Η κλιματική αλλαγή απειλεί τη βιωσιμότητα τουριστικών προορισμών, υποδομών και οικονομιών, απαιτώντας άμεση προσαρμογή και βιώσιμες στρατηγικές ανάπτυξης.
Η κλιματική αλλαγή αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του 21ου αιώνα, με σοβαρές συνέπειες σε κοινωνικούς και οικονομικούς τομείς. Ο τουρισμός, λόγω της εξάρτησής του από τις κλιματικές συνθήκες και τους φυσικούς πόρους, πλήττεται άμεσα από την κλιματική κρίση. Η αύξηση της θερμοκρασίας, τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η εξάντληση των φυσικών πόρων επηρεάζουν τη βιωσιμότητα των προορισμών και την ποιότητα των τουριστικών υποδομών. Σύμφωνα με έρευνα της Metron Analysis για την Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης (ΕΕΠΦ), το 2024, οι Έλληνες θεωρούν την κλιματική αλλαγή το πιο σοβαρό παγκόσμιο πρόβλημα. Η πλειονότητα αναγνωρίζει ήδη τις αρνητικές συνέπειες για τη χώρα και εκτιμά ότι αυτές θα ενταθούν τα επόμενα χρόνια, κάτι που απαιτεί άμεση προσαρμογή του τουριστικού τομέα στις νέες συνθήκες.
Η άνοδος της θερμοκρασίας, η αύξηση της στάθμης της θάλασσας και η συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων επηρεάζουν καθοριστικά την επιλογή τουριστικών προορισμών. Οι παράκτιες περιοχές και τα χιονοδρομικά κέντρα πλήττονται ιδιαίτερα. Η διάβρωση των ακτών, η καταστροφή των οικοσυστημάτων και η εξάντληση των φυσικών πόρων επηρεάζουν όχι μόνο τις υποδομές, αλλά και την τοπική οικονομία και την ποιότητα ζωής των κατοίκων. Ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι καύσωνες και οι πλημμύρες, καθιστούν τη διαχείριση του τουριστικού τομέα πιο δύσκολη, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των επισκεπτών.
Η έρευνα αναδεικνύει την ανησυχία του κοινού για τις επιπτώσεις στον τουρισμό και επιβεβαιώνει την ανάγκη ανάπτυξης στρατηγικών για την ανθεκτικότητα του τομέα. Οι τουρίστες πλέον αναζητούν προορισμούς που συνδυάζουν φυσική ομορφιά και βιωσιμότητα, με περισσότεροι από τους μισούς να προτιμούν καταλύματα που ακολουθούν οικολογικές πρακτικές. Ωστόσο, το κόστος παραμένει το κυριότερο κριτήριο επιλογής καταλύματος, γεγονός που δυσχεραίνει την εφαρμογή βιώσιμων πρακτικών χωρίς να επηρεάζεται αρνητικά η οικονομική προσβασιμότητα. Η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη είναι πλέον επιτακτική. Ο τομέας πρέπει να προσαρμοστεί στις κλιματικές συνθήκες υιοθετώντας πρακτικές που θα προστατεύσουν το περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα θα ενισχύσουν την τουριστική εμπειρία. Η επένδυση σε «έξυπνες» υποδομές, όπως συστήματα εξοικονόμησης ενέργειας και νερού, και η προστασία των παράκτιων περιοχών από τη διάβρωση είναι καθοριστικής σημασίας για τη διασφάλιση της ανθεκτικότητας των προορισμών. Οι στρατηγικές βιώσιμου τουρισμού και οικοτουρισμού, που σέβονται το περιβάλλον, έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές και προτιμώνται από τους επισκέπτες.
Η εφαρμογή αυτών των πρακτικών ενισχύει την ανταγωνιστικότητα των προορισμών και συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη. Η συνεργασία σε τοπικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο, καθώς και η εκπαίδευση τόσο των τουριστών όσο και των επαγγελματιών του τομέα, είναι απαραίτητες για να επιτευχθεί η ισορροπία μεταξύ τουριστικής ανάπτυξης και περιβαλλοντικής προστασίας. Η Ελλάδα, παρά τις σοβαρές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, εφαρμόζει στρατηγικές που συνδυάζουν τον τουρισμό με τη βιωσιμότητα. Μέσω της ενίσχυσης του οικοτουρισμού και της προστασίας των φυσικών οικοσυστημάτων, επιδιώκει να αναπτύξει το τουριστικό προϊόν χωρίς να θυσιάζεται η αειφορία. Πολιτικές, όπως η αύξηση των φόρων στις βραχυπρόθεσμες μισθώσεις και η επιβολή τελών στους επιβάτες κρουαζιερόπλοιων, στόχο έχουν τη μείωση της υπερβολικής τουριστικής πίεσης σε δημοφιλείς προορισμούς. Αυτές οι ενέργειες ενισχύουν τη χρηματοδότηση περιβαλλοντικών έργων και αναβαθμίζουν την ποιότητα του τουριστικού προϊόντος, προσφέροντας μια υπεύθυνη και βιώσιμη τουριστική εμπειρία. Η εφαρμογή σύγχρονων τεχνολογιών για την αποδοτική διαχείριση των φυσικών πόρων και η προώθηση υπεύθυνης τουριστικής συμπεριφοράς είναι κρίσιμη για την αποτροπή αρνητικών επιπτώσεων. Παράλληλα, η ανάπτυξη προγραμμάτων εκπαίδευσης για τους τουρίστες σχετικά με τη βιωσιμότητα ενισχύει τη συμμετοχή τους σε πρακτικές που προστατεύουν τους προορισμούς. Η αειφόρος τουριστική ανάπτυξη είναι πλέον αναγκαιότητα για τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του τομέα, σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται ταχύτατα. Η προσαρμογή στις κλιματικές αλλαγές απαιτεί συντονισμένες δράσεις σε διεθνές, εθνικό και τοπικό επίπεδο για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του τουρισμού και την προστασία των φυσικών πόρων για τις επόμενες γενιές.
Ο κ. Νικόλαος Γκολφινόπουλος, Διευθυντής Τουρισμού της ICF, αναδεικνύει τις στρατηγικές λύσεις της εταιρείας, εστιάζοντας σε δύο βασικούς άξονες: πρώτον, στον μετριασμό του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και, δεύτερον, στη στρατηγική προσαρμογή των τουριστικών προορισμών στις νέες κλιματικές συνθήκες. Ο κ. Γκολφινόπουλος επισημαίνει ότι «οι αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι εμφανείς και μακροχρόνιες. Αν σήμερα σταματήσουν όλες οι εκπομπές ρύπων, θα συνεχίσουμε να βλέπουμε αρνητικό αντίκτυπο και τον τουρισμό να επηρεάζεται για τις επόμενες δύο δεκαετίες». Οι αυξανόμενες θερμοκρασίες, τα πιο έντονα και παρατεταμένα κύματα καύσωνα, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, οι ξηρασίες και οι πυρκαγιές αποτελούν μόνο μερικές από τις συνέπειες που θα επιμείνουν και ενταθούν στο μέλλον. Για αυτόν τον λόγο, είναι αναγκαίο, πέρα από τον μετριασμό του αποτυπώματος, να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην προσαρμογή των τουριστικών προορισμών στις νέες κλιματικές συνθήκες.
Ο κος Γκολφινόπουλος εξηγεί πως η αξιοποίηση των κλιματικών δεδομένων, προερχόμενων από δορυφόρους και αλγορίθμους ανάλυσης δεδομένων, επιτρέπει τη δημιουργία χαρτών που καταγράφουν τις περιοχές και τους προορισμούς που αναμένεται να επηρεαστούν περισσότερο από την κλιματική αλλαγή. Οι χάρτες αυτοί εστιάζουν σε παράγοντες όπως η συχνότητα και η διάρκεια των καυσώνων, τα αποθέματα νερού, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και τα ακραία καιρικά φαινόμενα. Βασισμένα σε αυτά τα δεδομένα, αναπτύσσονται στρατηγικά σχέδια τουριστικής προσαρμογής, τα οποία καθορίζουν σαφείς δράσεις για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας των τουριστικών προορισμών μέχρι το 2050. Αυτά τα σχέδια περιλαμβάνουν την προσαρμογή της εποχικότητας, τη στήριξη ευάλωτων ομάδων πληθυσμού, όπως η τρίτη ηλικία, την αναπροσαρμογή των τουριστικών ροών και την ανάπτυξη νέων τουριστικών προϊόντων. Για παράδειγμα, η προσαρμογή του τουριστικού προϊόντος μπορεί να αφορά την ενίσχυση και δημιουργία εμπειρίας εσωτερικά των κτηρίων σε συγκεκριμένες περιόδους αντί για εξωτερικούς χώρους, ή και επαναπροσδιορισμό χειμερινών εμπειριών λόγω έλλειψης χιονοπτώσεων και ηπιότερου χειμώνα. Επίσης, τα στρατηγικά σχέδια περιλαμβάνουν την ανάγκη για επενδύσεις που θα υποστηρίξουν την προσαρμογή των προορισμών στις νέες κλιματικές συνθήκες, εξασφαλίζοντας τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητά τους.
Ο μετριασμός του περιβαλλοντικού αποτυπώματος του τουριστικού τομέα είναι επίσης προτεραιότητα. Στο πλαίσιο αυτό, πρόσφατα ολοκληρώθηκε ένα έργο που εστίαζε στη μέτρηση του αποτυπώματος από τουριστικές επιχειρήσεις, την αξιολόγηση των διαδικασιών μέτρησης και την εκτίμηση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στους προορισμούς. Η μέτρηση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος βασίζεται στο σύστημα των Scopes (1, 2 και 3), το οποίο αναδεικνύει τη σύνθετη φύση του ζητήματος για τον τουρισμό. Για παράδειγμα, το Scope 3 ενός ξενοδοχείου στην Αθήνα περιλαμβάνει το περιβαλλοντικό αποτύπωμα όλων των μετακινήσεων του τουρίστα μέχρι την άφιξή του στο ξενοδοχείο, όπως η μετακίνηση από το σπίτι του στο αεροδρόμιο, η πτήση του και η διαδρομή του από το αεροδρόμιο στο ξενοδοχείο. Αυτή η πολυπλοκότητα καθιστά τη μέτρηση του αποτυπώματος του τουριστικού τομέα ιδιαίτερα απαιτητική.
Επιπλέον, η συνεργασία με την αεροπορική βιομηχανία για την υιοθέτηση βιώσιμων καυσίμων (SAF) αποτελεί σημαντική πρωτοβουλία και πρόκληση. Η ενίσχυση της βιωσιμότητας στην αεροπορία είναι κρίσιμη για τον τουρισμό, καθώς οι αεροπορικές συνδέσεις είναι απαραίτητες για τη σύνδεση προορισμών με τις διεθνείς αγορές τους. Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Γκολφινόπουλος αναφέρει την συνεργασία με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Ταξιδιών και Τουρισμού (WTTC) για την εξερεύνηση των δράσεων και των ρόλων που μπορεί να έχουν οι φορείς του τουρισμού για την υποστήριξη της υιοθέτησης βιώσιμων αεροπορικών καυσίμων, αναγνωρίζοντας ότι το αποτύπωμα της αεροπορίας έχει σημαντική επιρροή στο συνολικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα του τουριστικού τομέα. Οι στρατηγικές λύσεις που παρέχονται συνδυάζουν την τεχνογνωσία του τουριστικού τομέα με την εξειδίκευση στην κλιματική αλλαγή, με στόχο τη δημιουργία ενός βιώσιμου και ανθεκτικού τουριστικού οικοσυστήματος. Οι δράσεις που αναπτύσσονται έχουν ως στόχο να ενισχύσουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του τουριστικού τομέα και των προορισμών, βοηθώντας τους να προσαρμοστούν αποτελεσματικά και έγκαιρα στις προκλήσεις και νέες συνθήκες που θέτει η κλιματική αλλαγή.
Η Γιώτα Μοσχοπουλίδου είναι πτυχιούχος Διοίκησης Τουριστικών Επιχειρήσεων και Απόφοιτη Μεταπτυχιακού ΔΠΜΣ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με επιστημονική κατεύθυνση “Τουρισμός και Περιφερειακή Ανάπτυξη”.Δραστηριοποιείται ως Επιστημονική Σύμβουλος Τουριστικής Ανάπτυξης, με πολυετή εμπειρία στο φάσμα του τουριστικού γίγνεσθαι και εξειδίκευση στο Τουριστικό Μάρκετινγκ και την Περιφερειακή Ανάπτυξη.Ως επιστημονική συντάκτρια του TravelDailyNews αρθρογραφεί πάνω σε θέματα Ανάπτυξης/Βιωσιμότητας/Καινοτομίας- Τεχνολογίας/Εναλλακτικών Μορφών και Πολιτισμού. Είναι υπεύθυνη για τις βιβλιοπαρουσιάσεις του επιστημονικού κλάδου του τουρισμού.
Source: traveldailynews.gr